Ονειρεύτηκες ποτέ μια νύχτα σαν αυτή;
Όπου ο άνεμος θα έδερνε ανεξέλεγκτα τα κορμιά μας ενώ εμείς θα ήμασταν χώρια;
Όπου τα κρεβάτια μας θα ήταν άδεια και τα σεντόνια πιο κρύα απ’ τον Θάνατο;
Όπου τα χέρια μας δεν θα ήταν πια ενωμένα και μάταια θα έψαχναν το ένα το άλλο;
Όπου τα δάκρυα θα εξατμίζονταν προτού καν πέσουν στο πάτωμα;
Όπου οι λέξεις θα πνίγονταν από τους λυγμούς και θα έχαναν κάθε νόημα;
Όπου οι σκέψεις θα πιάνονταν αιχμάλωτες από περιπλανώμενες αναμνήσεις;
Όπου τα φαντάσματα του «Εγώ» και του «Εσύ» θα αντάμωναν για μια τελευταία φορά;
Όπου θα δινόταν ένα τέλος κάτω από τους καπνούς και τις μουσικές;
Όπου η απόσταση μεταξύ μας πλέον θα ήταν ολοκληρωτικά αγεφύρωτη;
Και όπου η πόρτα ανάμεσά μας θα σφραγιζόταν για πάντα;
Όπου τα κρεβάτια μας θα ήταν άδεια και τα σεντόνια πιο κρύα απ’ τον Θάνατο;
Όπου τα χέρια μας δεν θα ήταν πια ενωμένα και μάταια θα έψαχναν το ένα το άλλο;
Όπου τα δάκρυα θα εξατμίζονταν προτού καν πέσουν στο πάτωμα;
Όπου οι λέξεις θα πνίγονταν από τους λυγμούς και θα έχαναν κάθε νόημα;
Όπου οι σκέψεις θα πιάνονταν αιχμάλωτες από περιπλανώμενες αναμνήσεις;
Όπου τα φαντάσματα του «Εγώ» και του «Εσύ» θα αντάμωναν για μια τελευταία φορά;
Όπου θα δινόταν ένα τέλος κάτω από τους καπνούς και τις μουσικές;
Όπου η απόσταση μεταξύ μας πλέον θα ήταν ολοκληρωτικά αγεφύρωτη;
Και όπου η πόρτα ανάμεσά μας θα σφραγιζόταν για πάντα;
Μάθε λοιπόν:
Η κιθάρα πλέον δεν παίζει για εμάς.
Οι τοίχοι έχουν θαμπώσει.
Τα γέλια σώπασαν.
Το δάκρυα στέγνωσαν.
Η μυρωδιά έσβησε.
Το χιόνι έλιωσε.
Το φεγγάρι κρύφτηκε.
Η μορφή μου χάθηκε.
Το ίδιο και η δική σου.
Η κιθάρα πλέον δεν παίζει για εμάς.
Οι τοίχοι έχουν θαμπώσει.
Τα γέλια σώπασαν.
Το δάκρυα στέγνωσαν.
Η μυρωδιά έσβησε.
Το χιόνι έλιωσε.
Το φεγγάρι κρύφτηκε.
Η μορφή μου χάθηκε.
Το ίδιο και η δική σου.
Σε ρωτάω λοιπόν.
«Εγώ» ρωτάω «Εσένα».
Ονειρεύτηκες ποτέ μια νύχτα σαν αυτή;
«Εγώ» ρωτάω «Εσένα».
Ονειρεύτηκες ποτέ μια νύχτα σαν αυτή;
Ονειρεύτηκες ποτέ το τέλος;